Το νησί βρίσκεται πάνω στους διαδρόμους αποδημίας των πουλιών, καθώς βρίσκεται κοντά στα στενά του Βοσπόρου το ανατολικότερο μεταναστευτικό διάδρομο της Ευρώπης. Το νησί αποτελεί την άνοιξη και το φθινόπωρο ένα σπουδαίο σταθμό για ξεκούραση και τροφή των αποδημητικών πτηνών.
Οι παράκτιες περιοχές του νησιού αποτελούν σημαντικούς σταθμούς ανάπαυσης και διατροφής κατά την αποδημία μεγάλου αριθμού ειδών πουλιών. Εδώ συναντά κανείς τους μαυροπετρίτες Falco eleonarae, τα μεταναστευτικά και σπάνια γεράκια που φωλιάζουν σε αποικίες στην νότια και άβατη μεριά του νησιού, κυνηγούν ασταμάτητα στον αέρα. Οι σπηλιές, καθώς και η αφθονία σε ψάρια με θαλάσσια είδη που ξεπερνούν τις 4.000, αποτελούν ένα από τα τελευταία καταφύγια της φώκιας monachus-monachus και της θαλάσσιας χελώνας caretta-caretta, κάτι που είναι άγνωστο στο ευρύ κοινό, γι΄ αυτό το λόγο παραμένει και απροστάτευτο.
Η αγροτική ζώνη αποτελεί έναν σημαντικό βιότοπο που προσελκύει πολλά ζώα για φώλιασμα και για εύρεση τροφής. Στις ανοικτές εκτάσεις των χωραφιών κυνηγούν τα αρπακτικά πουλιά (χρυσαετός, γεράκι) του νησιού και οι λευκοπελαργοί τρέφονται με ασπόνδυλα και ερπετά στα θερισμένα σιταροχώραφα στις αρχές του καλοκαιριού. Στους ελαιώνες βρίσκουν καταφύγιο πολλά μικρόπουλα, ενώ η ηλικία των ελαιόδενδρων που μερικές φορές υπερβαίνει τα 100 χρόνια, αναδεικνύει την ιστορική και πολιτιστική αξία αυτών των τοπίων.
Τέλος, απαντάται και εδώ η σπάνια πλέον ποικιλία του ελληνικού αίγαγρου (αγριοκάτσικο, αγρινό και αγρίμι), που είναι συγγενές είδος με το κρητικό κρι-κρι, καθώς και πολλά έντομα, λιβελούλες και δηλητηριώδη φίδια. Οι θαλάσσιοι βιότοποι του νησιού είναι από τους πιο πλούσιους και σημαντικούς στην Ελλάδα (όπως π.χ. ή περιοχή στη θέση Κατάρτι, ένα από τα πιο βαθιά σημεία στο Αιγαίο με βάθος 1.020 μέτρων).